Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2025

Σελινιώτες που σκοτώθηκαν στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-1941



 Παρουσιάζουμε τον σύνδεσμο προκειμένου να μπορεί κάποιος να διαβάσει το ψηφιακό βιβλίο 

που αφορά τους Σελινιώτες που σκοτώθηκαν στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-1941.

Είναι ο παρακάτω:

https://docs.google.com/document/d/1G10ptBHmN6bqBMnixcT7bZU6o2mZcWH6Sz4yenLOnDg/edit?tab=t.0




Πάτησε εδώ για να δείς το κείμενο



Εκδήλωση στο Κουστογέρακο στις 28-9-2025

 


Στην εκδήλωση έγιναν δύο ομιλίες από τον Λουκά Μπασιά, Πρόεδρο του Συλλόγου Επιστημόνων Σελίνου


Η πρώτη αφορούσε την καταστροφή των τριών χωριών Μονής, Λιβαδά και Κουστογέρακου, λόγω της 82ης επετείου 

Η δεύτερη τον Κωνστ. Κριάρη, λόγω της τοποθέτησης προτομής του στο χωριό που γεννήθηκε, δηλαδή το Κουστογέρακο



Η πρώτη ομιλία

Η καταστροφή των τριών χωριών Μονής, Λιβαδά και Κουστογέρακου του Σελίνου (Σεπτέμβριος 1943)

Ογδόντα δύο χρόνια συμπληρώνονται αυτές τις μέρες από τότε που οι γερμανικές κατοχικές δυνάμεις κατέστρεψαν ολοκληρωτικά τα τρία μαρτυρικά χωριά του Σελίνου – τη Μονή, τον Λιβαδά και το Κουστογέρακο – τον Σεπτέμβριο του 1943.
Με αφορμή τη σημερινή επέτειο, θα προσπαθήσω να αναφερθώ συνοπτικά στα γεγονότα που διαδραματίστηκαν κατά την καταστροφή αυτών των χωριών.

Τα τρία αυτά χωριά κατοικούνταν από ανθρώπους που πάντοτε ξεχώριζαν για την αγωνιστική τους αρετή. Δεν αποδέχονταν ποτέ παθητικά τον ζυγό των εκάστοτε κατακτητών και, σε όλες τις ιστορικές περιόδους, ανέπτυξαν αξιόλογη επαναστατική δράση.

Ήδη από την εποχή της Ενετοκρατίας, ξεχωρίζει η επανάσταση των ετών 1526–1528, με αρχηγό τον Γεώργιο Καντανολέων από το Κουστογέρακο, η οποία έμεινε ευρύτατα γνωστή στην ιστορία.

Στις επαναστάσεις εναντίον των Τούρκων κατακτητών, τα τρία χωριά είχαν ενεργό συμμετοχή, παρουσιάζοντας αξιόλογη δράση και αναδεικνύοντας ηρωικούς αρχηγούς, οπλαρχηγούς και πολεμιστές.

Δραματική σελίδα για τα τρία χωριά αποτέλεσε η περίοδος της Γερμανικής Κατοχής. Οι κάτοικοί τους, αντάξιοι των προγόνων τους, επέδειξαν κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων έντονη αντιστασιακή δραστηριότητα. Ως αποτέλεσμα, υπέστησαν μεγάλες ζημιές, καταστροφές και πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος.

Μετά την ολοκλήρωση της κατάληψης της Κρήτης, οι κάτοικοι δεν έμειναν αδρανείς απέναντι στις σκληρές μέρες που τους περίμεναν. Από την πρώτη στιγμή αναζητούσαν τρόπους να απαλλαγούν από τον ζυγό που τους επιβλήθηκε και να οργανώσουν την αντίστασή τους απέναντι στον εχθρό.

Από τις ακτές της κοινότητας Σούγιας, τους μήνες που ακολούθησαν τη Μάχη της Κρήτης – αλλά και αργότερα – φυγαδεύτηκε προς τη Μέση Ανατολή μεγάλος αριθμός συμμάχων στρατιωτών: Άγγλων, Αυστραλών και Νεοζηλανδών. Οι κάτοικοι της περιοχής τους φιλοξένησαν, τους περιέθαλψαν και τους βοήθησαν να διαφύγουν, παρά τους τεράστιους κινδύνους που διέτρεχαν.

Ακολούθησε η πρώτη μεγάλη γερμανική εξόρμηση στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1941. Χιλιάδες στρατιώτες ερεύνησαν, μεταξύ άλλων περιοχών του νομού, και μεγάλο μέρος του Σελίνου. Στην εξόρμηση αυτή συνελήφθησαν πολλοί Σελινιώτες, αρκετοί από τους οποίους εκτελέστηκαν στην Παλαιόχωρα, την Αγιά και τα Σφακιά.

Μαρτυρίες κατοίκων της περιοχής αλλά και διάφορα ιστορικά ντοκουμέντα επιβεβαιώνουν ότι σύντομα υπήρξε οργάνωση αντίστασης στο Σέλινο κατά των κατακτητών.

Τον Νοέμβριο του 1942 εγκαταστάθηκε φυλάκιο με ασύρματο στο βουνό, κοντά στον Λιβαδά και το Κουστογέρακο, με σκοπό τη συλλογή πληροφοριών και τη μετάδοσή τους στο Συμμαχικό Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής.

Λίγο αργότερα, στο τέλος της άνοιξης του 1943, δημιουργήθηκε και δεύτερο φυλάκιο με ασύρματο στη Μαδάρα, πάνω από το Κουστογέρακο.

Τα φυλάκια αυτά, επανδρωμένα κυρίως από κατοίκους των χωριών της περιοχής, μετέδιδαν μέσω των ασυρμάτων τις πληροφορίες που ζητούσε το Συμμαχικό Στρατηγείο, ενώ παράλληλα μετέφεραν και τις εντολές του. Για τον λόγο αυτόν συνεργάζονταν στενά τόσο με τις αντιστασιακές οργανώσεις ΕΟΚ και ΕΑΜ, όσο και με τις αντάρτικες ομάδες που δρούσαν στον νομό Χανίων. Επίσης προέβαιναν  σε όσες δράσεις κατά του εχθρού ήταν αναγκαίο, ανάλογα με τις συνθήκες που υπήρχαν.

Σύμφωνα με μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα, τον Σεπτέμβριο του 1943 το Συμμαχικό Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής έστειλε με αεροπλάνα στο Σέλινο οπλισμό και εφόδια απαραίτητα για τη δράση των ανταρτών. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από εκθέσεις Άγγλων στρατιωτικών της εποχής, που έδρασαν στα φυλάκια της Μαδάρας και έχουν διασωθεί. Ετσι προκύπτει πως στις 18 Σεπτεμβρίου 1943 έγινε ρίψη οπλισμού και ιματισμού από αεροπλάνα στην περιοχή της Αχλάδας, πάνω από το Κουστογέρακο.

Ακολούθησαν και άλλες ρίψεις εφοδίων τους επόμενους μήνες, όπως π.χ. στις 10 Νοεμβρίου, στις 10 Δεκεμβρίου 1943 και στις αρχές Ιανουαρίου 1944. Πολεμικά και άλλα υλικά μεταφέρονταν και με πλωτά μέσα, κυρίως το 1944,. Μέρος αυτών αποθηκεύτηκε σε μυστικές αποθήκες – σπηλιές δίπλα στη θάλασσα, ενώ άλλα μεταφέρθηκαν στο βουνό και διανεμήθηκαν στους παραλήπτες τους.

Οι Γερμανοί, πληροφορημένοι για αυτές τις δραστηριότητες, αποφάσισαν λίγες μόλις μέρες μετά τη ρίψη της 18ης Σεπτεμβρίου να εξαπολύσουν επιχείρηση εναντίον των τριών χωριών με σκοπό την ολοκληρωτική τους καταστροφή. Η ημερομηνία της επίθεσης διαφέρει στις πηγές. Αλλοι την τοποθετούν στις 29 Σεπτεμβρίου και άλλοι στις 30 Σεπτεμβρίου.

Για την επιχείρηση χρησιμοποιήθηκαν ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις με αεροπορική υποστήριξη. Ο αριθμός των Γερμανών στρατιωτών που αρχικά συμμετείχαν, αυξήθηκε τις επόμενες μέρες πολύ,  και εκτιμάται από διάφορες μαρτυρίες σε 1.000, 2.000, 3.000 ή και περισσότερους.

Το Κουστογέρακο
Το χωριό περικυκλώθηκε από τους Γερμανούς ήδη από την προηγούμενη νύχτα της επίθεσης. Ωστόσο δεν κατόρθωσαν να συλλάβουν τους άνδρες, καθώς εκείνοι συνήθιζαν να κοιμούνται έξω από τα σπίτια τους, υποψιαζόμενοι πως μια τέτοια επιχείρηση θα εκδηλωνόταν.
Οι Γερμανοί, μπαίνοντας στο χωριό, συγκέντρωσαν πολλές γυναίκες και παιδιά στο κέντρο του, ενώ παράλληλα άρχισαν να καίνε σπίτια και αεροπλάνα βομβάρδιζαν την περιοχή. Έστησαν αρκετά γυναικόπαιδα σε γραμμή για εκτέλεση με πολυβόλο.

Τότε οι αντάρτες , που έβλεπαν τις γυναίκες και τα παιδιά τους να εκτελούνται, επενέβησαν από κοντινή κορυφή από όπου μπορούσαν να βλέπουν  τις κινήσεις του εχθρού. Εβαλαν κατά του εκτελεστή τον οποίο εξουδετέρωσαν. 

Έτσι η ομαδική εκτέλεση αποτράπηκε, αν και θυσιάστηκαν οι:

  • Αναστασάκη Χρυσή
  • Πατεράκη Ευτυχία
  • Πατεράκη Ελένη
  • Μυριζάκη Ελευθερία
  • Μελάκη Βασιλική

Την ίδια ημέρα εκτελέστηκε κοντά στην εκκλησία του χωριού και η ηλικιωμένη Μυριζάκη Χαρίκλεια.
Ακολούθησε ένοπλη σύγκρουση, όπου οι αντάρτες ανάγκασαν τους Γερμανούς να υποχωρήσουν. Τα γυναικόπαιδα που γλίτωσαν κατάφεραν να διαφύγουν. Αλλα κατέφυγαν σε γειτονικά χωριά και άλλα οδηγήθηκαν από τους αντάρτες προς τη Μαδάρα.
Το πρωί της ίδιας ημέρας οι Γερμανοί εκτέλεσαν και τρεις ηλικιωμένους που συνάντησαν εκτός χωριού, τους:

  • Πατεράκη Αντώνιο
  • Πατεράκη Νικόλαο
  • Τζατζιμάκη Πέτρο

Ο Λιβαδάς
Και αυτό το χωριό είχε κυκλωθεί από την προηγούμενη νύχτα. Οι περισσότεροι άνδρες, ευτυχώς, δεν διανυκτέρευσαν στα σπίτια τους, αλλά έξω από το χωριό ή στα Καμάρια, όπου βρισκόταν τραυματισμένος συγχωριανός τους. Έτσι απέφυγαν τη σύλληψη.
Οι Γερμανοί όμως συνέλαβαν τα περισσότερα γυναικόπαιδα και τα έκλεισαν σε ένα σπίτι. Εκεί εκτέλεσαν τη νεαρή Αμαλία Τσουρή και τραυμάτισαν σοβαρά τη Μαίρη Σειραδάκη, την οποία εκτέλεσαν αργότερα μέσα στο χωριό.
Στη συνέχεια οδήγησαν με τα πόδια τα γυναικόπαιδα στη Σούγια. Μαρτυρίες αναφέρουν ότι, καθ’ οδόν, οι Γερμανοί τα απείλησαν πως αν οι άνδρες της περιοχής τους επιτίθεντο, θα τα μάζευαν στο δάσος στα «Μαχιά» και θα τα έκαιγαν ζωντανά. Από τη Σούγια, μέσω Παλαιόχωρας, τα μετέφεραν στις φυλακές της Αγιάς, όπου έμειναν για αρκετό διάστημα, υπομένοντας μεγάλες κακουχίες.
Στο Λιβαδά εκτελέστηκαν τότε και οι ηλικιωμένοι:

  • Παπαδερός Ιωάννης
  • Σειραδάκης Ιωάννης

Η Μονή
Σε αντίθεση με τα άλλα δύο χωριά, η Μονή δεν είχε κυκλωθεί από την προηγούμενη νύχτα. Οι κάτοικοι αντιλήφθηκαν την επίθεση μόνον όταν, γύρω στις 10 το πρωί, ξεκίνησε ο βομβαρδισμός. Οι μαθητές βρίσκονταν ακόμη στο σχολείο, το οποίο διέκοψε το μάθημα μόλις αντιλήφθηκαν την επίθεση.

Οι περισσότεροι άνδρες  βρισκόντουσαν στα χωράφια τους και στις δουλειές τους  Ετσι όταν άρχισε η αεροπορική επιδρομή έτρεξαν σχεδόν όλοι  προς το ποτάμι που υπάρχει στην περιοχή, που το μέρος ήταν κατάλληλο για προστασία. Και όταν αντιλήφθηκαν περί τίνος ακριβώς επρόκειτο,  κάποιοι πήγαν προς την τοποθεσία «Μονοπρίνου Βρύση» που το μέρος ήταν αρκετά κατάλληλο. Φρόντισαν παράλληλα να ειδοποιήσουν τις γυναίκες και τα παιδιά τους να τους ακολουθήσουν για  να φύγουν όσο το  δυνατόν πιο σύντομα για να πάνε μακριά από το χωριό.

Πράγματι τα περισσότερα γυναικόπαιδα της Μονής έφυγαν τελικά  από το χωριό σταδιακά μέχρι το βράδυ, κυρίως μέσω της περιοχής «Μονοπρίνου Βρύση», βοηθούμενα και καθοδηγούμενα  από τους άνδρες που ευρίσκοντο εκεί. Μετέβησαν σε γειτονικά χωριά όπως το Ροδοβάνι, τα Καμάρια κτλ.

 

Η διαδικασία της απομάκρυνσης στα άλλα χωριά δεν ήταν πάντα απλή. Τα αεροπλάνα, τα στούκας,   πετούσαν σε πολύ χαμηλό ύψος πάνω από την περιοχή, σχεδόν λίγο πιο πάνω από τα ψηλά δένδρα, και  όταν έβλεπαν κινήσεις ανθρώπων άρχιζαν να τους πολυβολούν.

 Αλλά και οι στρατιωτικές δυνάμεις που κατέφθαναν στην περιοχή των τριών χωριών από διάφορες κατευθύνσεις, ιδιαίτερα, μετά την είδηση για την σύγκρουση στο Κουστογέρακο , δεν επέτρεπαν την απρόσκοπτη μετάβαση τους όπου ήθελαν, χωρίς ιδιαίτερη προφύλαξη. Γι αυτό και η διαδικασία της απομάκρυνσης κράτησε σύμφωνα με μαρτυρίες μέχρι που σκοτείνιασε.

Τα θύματα της μεγάλης γερμανικής επιδρομής στη Μονή ήταν οι:

1.   Δημήτριος Σταυριανουδάκης

2.   Εμμανουήλ Βαγιάκης

3.   Αντώνιος Σταυριανουδάκης

4.   Αμαλία Σηφαλάκη

5.   Ευαγγελία Λαμπουσάκη

6.   Αριστείδης Σταυριανουδάκης

 

 

Συνολικά, κατά την καταστροφή των τριών χωριών, τον Σεπτέμβριο του 1943,  έχασαν τη ζωή τους δεκαεννέα κάτοικοι.

Οι χιλιάδες Γερμανοί στρατιώτες που κατέφθασαν στην περιοχή από πολλές κατευθύνσεις – Κάνδανο, Παλαιόχωρα, Ομαλό κ.ά. – σχημάτισαν έναν ασφυκτικό κλοιό γύρω από τα τρία χωριά. Η περιοχή κηρύχθηκε απαγορευμένη ζώνη και για αρκετό χρονικό διάστημα δεν επιτρεπόταν η ελεύθερη κυκλοφορία των κατοίκων.

Μέσα σε ελάχιστο χρόνο οι άνθρωποι της Μονής, του Λιβαδά και του Κουστογέρακου είδαν τον κόπο μιας ζωής να παραδίδεται στις φλόγες. Όλα σχεδόν τα σπίτια και τα υπάρχοντά τους καταστράφηκαν, ενώ οι ίδιοι υπέστησαν απερίγραπτες ταλαιπωρίες και μεγάλες στερήσεις.

Παρά τα πλήγματα, η αντιστασιακή τους δράση δεν σταμάτησε. Αντίθετα, συνεχίστηκε με θάρρος ως την απελευθέρωση, με μάχες και συμπλοκές που έγιναν τόσο στην επαρχία Σελίνου όσο και εκτός αυτής, στις οποίες συμμετείχαν και Τριοχωρίτες. Πρόκειται για γεγονότα που, αν και δεν μπορούν να αναλυθούν σε μια σύντομη ομιλία, οφείλουμε να τα καταγράψουμε και να τα αναδείξουμε, γιατί αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας του τόπου μας.

Κυρίες και κύριοι,

Βαρύς υπήρξε ο απολογισμός. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, στη Μονή, τον Λιβαδά και το Κουστογέρακο, 38 κάτοικοι έχασαν τη ζωή τους. Πολλοί ακόμη τραυματίστηκαν ή πέθαναν από τις κακουχίες που υπέστησαν.

Αυτό που μπορούμε σίγουρα να πούμε είναι ότι οι άνδρες και οι γυναίκες που στελέχωσαν τις αντιστασιακές οργανώσεις και ομάδες στο Σέλινο και τα φυλάκια της Μαδάρας στάθηκαν γενναίοι και ηρωικοί. Με την προσφορά τους συνέβαλαν αποφασιστικά στον αγώνα για την απελευθέρωση της Κρήτης.

Τις θυσίες αυτές αναγνώρισε επίσημα και η Πολιτεία. Με το Προεδρικό Διάταγμα 99/2000 (ΦΕΚ 97, τεύχος Α΄, 16-3-2000) η Κοινότητα Σούγιας, που περιλαμβάνει τα τρία χωριά, κατατάχθηκε στην κατηγορία των μαρτυρικών χωριών της Ελλάδας.


                                        Η δεύτερη ομιλία

Κωνσταντίνος Κριάρης

Στην Κρήτη του 19ου αιώνα, σε μια εποχή σκοτεινή αλλά και ηρωική, ολόκληρα χωριά ζούσαν μέσα στον φόβο της σκλαβιάς. Ομως η σπίθα της λευτεριάς δεν έσβηνε ποτέ. Σ’ αυτή την εποχή γεννήθηκε και έδρασε ο Κωνσταντίνος Κριάρης, ένας από τους σπουδαιότερους αρχηγούς του νησιού. Από την περιοχή αυτή των τριών χωριών Μονής, Λιβαδά και Κουστογέρακου που βρισκόμαστε σήμερα, καταγόντουσαν οι διακριθέντες  επί Τουρκοκρατίας  αρχηγοί Κωνστ. Κριάρης, Γεώργ. Γεωργιακάκης και Κωνστ. Μπασιάς.

Η ιστορία του Κωνστ. Κριάρη ξεκινά από τις ρίζες της οικογένειάς του. Οι πρόγονοί του, οι Σκορδίληδες, έφτασαν στην Κρήτη από την Κωνσταντινούπολη στα χρόνια του Βυζαντίου. Ήταν από εκείνες τις οικογένειες που στάλθηκαν για να ενισχύσουν τον χριστιανικό πληθυσμό και να δώσουν κουράγιο σε έναν λαό που βρισκόταν συνεχώς κάτω από κατακτητές. Ένας κλάδος τους εγκαταστάθηκε στο Κουστογέρακο του Σελίνου, με το όνομα Καντανολαίοι.  Ο Γεώργιος Καντανολέων από το χωριό αυτό σήκωσε το λάβαρο της επανάστασης ενάντια στους Ενετούς. Δυστυχώς το 1527 προδόθηκε, παραδόθηκε ζωντανός στους Βενετούς οι οποίοι και τον θανάτωσαν (1).

Οι περισσότεροι συγγενείς του σκοτώθηκαν. Όσοι διασώθηκαν ανέβηκαν στα απάτητα Λευκά Όρη, στα δύσβατα Σφακιά και αλλού, εκεί όπου η ελευθερία πάντα έβρισκε καταφύγιο. Από αυτούς γεννήθηκαν νέες οικογένειες πολεμιστών με άλλα επώνυμα. Μία από αυτές ήταν οι Μπενήδες. Ο ιστορικός Παναγ. Κριάρης κάνει αναφορά στην ιστορία του για το πως προέκυψε η οικογένεια αυτή (2). Το ίδιο αναφέρουν και άλλα ιστορικά πρόσωπα της περιοχής σε κείμενα τους.

Ο πατέρας του Κωνσταντίνου Κριάρη,  ο Γεώργιος Μπενής, απέκτησε το προσωνύμιο «Κριάρης» για την ορμή και το θάρρος του στις μάχες με τους Τούρκους, όπως το κριάρι που ρίχνεται πρώτο στη σύγκρουση. Έτσι γεννήθηκε το νέο επίθετο της οικογένειας. Από εκεί και πέρα, οι απόγονοι άφησαν το παλιό όνομα Μπενής και κράτησαν το «Κριάρης».

Μέσα σε αυτήν τη γενιά γεννήθηκε, το 1797, ο Κωνσταντίνος Κριάρης. Η γέννησή του συνέπεσε με δύσκολες εποχές. Η Κρήτη βρισκόταν υπό τον ζυγό των Τούρκων, οι καταπιέσεις και οι βαριές φορολογίες ήταν καθημερινότητα, κι όμως τα βουνά του Σελίνου, οι σκληρές πλαγιές των Λευκών Ορέων, γαλουχούσαν παιδιά γερά και περήφανα.

Ο Κωνσταντίνος Κριάρης έζησε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στο Κουστογέρακο και επηρεάστηκε από το ορεινό περιβάλλον και από τις πολεμικές παραδόσεις της οικογενείας του.

Ετσι ανέπτυξε σπουδαία ψυχικά και σωματικά χαρίσματα.

Παιδιά του Γεωργίου Μπενή , που απέκτησε το προσωνύμιο «Κριάρης» , ήταν ο Φραγκιός και ο Νικολής που σκοτώθηκαν και οι δύο σε μάχη στη Μονή Σελίνου το 1822, ο Πωλιός που σκοτώθηκε το 1825,ο Ιωάννης που πέθανε το 1831, ο Κωνσταντίνος που πέθανε το 1884, ο Θεόδωρος που σκοτώθηκε στη μάχη της Κανδάνου το 1866 και ο Βαρδής, που σκοτώθηκε  στη Σούγια το 1868.

Κατά την επανάσταση του 1821, ο Γεώργιος Μπενής πολέμησε εναντίον των Τούρκων. Τα δύο πρώτα χρόνια της επανάστασης ως αρχηγός του Κουστογέρακου.

Λόγω του γήρατος όμως και ασθενειών αποσύρθηκε από τον αγώνα. Ετσι τα τέλη του 1822 την Αρχηγία του Κουστογέρακου αναλαμβάνει ο γιός του Ιωάννης και την διατηρεί μέχρι το 1824.

 Η πρώτη γνωριμία με τον πόλεμο του Κωνσταντίνου Κριάρη ήταν η επανάσταση του1821. Τότε υπό την αρχηγία του πατέρα του αρχικά,  και στη συνέχεια υπό την αρχηγία του αδελφού του Ιωάννη,  πολέμησε τους Τούρκους.

Στις μάχες και τις συμπλοκές που έλαβε μέρος διακρίθηκε για το θάρρος και την γενναιότητα του και αναγνωρίστηκε οπλαρχηγός.

Μετά το 1830, όταν πιά η επανάσταση έχει τελειώσει , φεύγει μαζί με δύο αδελφούς του στο Ναύπλιο, όπου όμως παρά τις παροχές και τιμές γυρίζει πάλι στην υπόδουλη Κρήτη.

 Στη συνέχεια έλαβε μέρος και αγωνίσθηκε στο κίνημα του 1833.

 Κατά την επανάσταση του 1841 ο Κων/νος Κριάρης βρίσκεται στην  πρώτη γραμμή. Μετά την αποτυχία της επανάστασης αυτής  κατέφυγε στην ελεύθερη Ελλάδα. Ο τότε Βασιλιάς Όθων, αναγνωρίζοντας τους αγώνες του για την ελευθερία, του απένειμε τον βαθμό του Λοχαγού της φάλαγγος και τον τίμησε με τον αργυρό σταυρό του Σωτήρος του Αγώνα.

 Λίγα χρόνια μετά η οικογένεια των Κριάρηδων μετακομίζει από το Κουστογέρακο στο χωριό  Αζωγυρές Σελίνου.

 Στο  κίνημα της Κρήτης του 1858, αγωνίζεται ξανά μεταξύ των πρώτων. Από την προσωρινή κυβέρνηση των επαναστατών διορίσθηκε φρούραρχος των συγκεντρωμένων επαναστατών στα Μπουτσουνάρια . Ο Κων/νος Κριάρης ως φρούραρχος δεν επέτρεψε στους επαναστάτες να παρεκτραπούν  σε  λεηλασίες ώστε οι ξένες δυνάμεις να μη νομίσουν ότι τα κίνητρα των επαναστάσεων και των κινημάτων ήταν οι λεηλασίες και οι αρπαγές των ξένων περιουσιών.

Γιατί  οι Κρητικοί για ένα μόνο πράγμα πολεμάνε. Για την ελευθερία τους και την ένωση τους με την Μητέρα Ελλάδα.

 Η ενδοξότερη όμως πολεμική δράση του Κων/νου Κριάρη σημειώθηκε κατά τη μεγάλη Κρητική Επανάσταση του 1866-1869, της οποίας υπήρξε από τους πρώτους υποκινητές και κυριότερους  ήρωες και αρχηγούς.

Λίγο πριν την έναρξη της επανάστασης είχαν δημιουργηθεί  τα στρατόπεδα των επαναστατών στο Σέλινο. Στις ιστορίες του Παναγ. Κριάρη (3) και του Ι. Μουρέλλου (4) αναφέρονται ότι πέντε στρατόπεδα ή κολώνες υπήρχαν τότε στην επαρχία Σελίνου. Ηταν σώματα επαναστατών σε διάφορα χωριά με σκοπό να παρακολουθούν και εμποδίζουν κάθε ενδεχόμενη επιδρομή των Τούρκων από τα κέντρα τους.  Ένα από αυτά τα στρατόπεδα ήταν στο χωριό Λειβάδα,  και ήταν υπό τον αρχηγό Κωνστ. Κριάρη και τους οπλαρχηγούς Γ. Μπογιατζή ή Παπαγρηγοράκη, Αναγν. (Εμμ.) Κασελάκη, Αντώνιο και Κωνσταντίνο Μπασιάδες και Ιωσήφ Κοτσυφάκη.

 Βρισκόμαστε στον Αύγουστο του 1866. Η επίσημη κήρυξη της επανάστασης από την Γενική συνέλευση των Κρητών  δεν είχε γίνει ακόμη.

Όμως στον Σταυρό της Καντάνου συνέβησαν τα παρακάτω γεγονότα που αποτέλεσαν την αρχή της.

Ο Παναγιώτης Κριάρης αναφέρει στην ιστορία του πως την πρωία της 16-17 Αυγούστου 1866 εξήντα περίπου άνδρες, εκ των περί τον αρχηγόν Κριάρην, γενναίων και ατρομήτων παλληκαριών, επετέθησαν κατά της Τουρκικής φρουράς του Σταυρού της Καντάνου. Η φρουρά αυτή μετά από την ανταλλαγή αρκετών πυροβολισμών αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την θέση της και να φύγει στην Κάντανο.

Επίσης ότι η κατάληψη του Σταυρού της Καντάνου χρησίμευσε πλέον ως το πρώτον έναυσμα της ενάρξεως των εχθροπραξιών. Το γεγονός αναγγέλθηκε στην Γενική Συνέλευση των Κρητών που βρισκόταν στην Συκιά Αποκορώνου και στο χωριό Ασκύφου Σφακίων. Προσελθόντων όλων των προκρίτων χριστιανών των επαρχιών,  ανακοινώθηκε η είδηση και ζητήθηκε η γνώμη τους για το πρακτέο. Τότε αποφασίστηκε να κηρυχθεί η επανάσταση και να κτυπηθεί ο Τουρκικός στρατός.

 Στη μάχη αυτή στο Σταυρό σκοτώθηκε και κατακρεουργήθηκε ο αδελφός του Κωνσταντίου Κριάρη (5), ο  Θεόδωρος.

Στην συνέχεια γενικεύθηκε η επανάσταση σε ολόκληρη την επαρχία Σελίνου.  Στις μάχες που έγιναν τότε  γύρω από την Κάντανο έλαβαν μέρος οι ευρισκόμενοι στην περιοχή Σελινιώτες αρχηγοί και οπλαρχηγοί  Κωσ. Κριάρης, Γεώργιος Κορκίδης, Γιωργιακάκης, Κωσταντίνος και Αντώνιος  Μπασιάς, Κλεινάκης, Πωλιουδόβαρδας, Παπαγιαννάκης, Φιώτης, Κοτσιφάκης κλπ

Στην περιοχή έφτασαν και οι Λακκιώτες υπό τον Χατζή Μιχάλην, τον Μάντακαν, τον Σπυριδάκην, τον Νικολούδην , οι Κισαμίται υπό τους Γ. Καμπούρην , Γ. Γιαννουδοβαρδήν, Αναστασάκην κλπ και η μάχη γενικεύθηκε σε όλη την περιοχή της Καντάνου  και έπεσαν πολλοί Τούρκοι.

 Οι Τούρκοι της Κανδάνου κατόρθωσαν να ειδοποιήσουν τον πασά της Κρήτης ότι αν δεν σταλεί αρκετή δύναμις για να τους βοηθήσουν θα παραδοθούν. Ο πασάς πράγματι έστειλε δύναμη ανερχομένη σε 10 χιλιάδες άνδρες περίπου για βοήθεια των πολιορκουμένων Τούρκων. Ηλθαν μέσω του Καστελλίου , των Στροβλών και διά θαλάσσης. Τα τουρκικά πλοία ήλθαν στην Παλαιόχωρα  και έφεραν Τουρκικό στρατό. Ο Τουρκικός στρατός ενώθηκε με τους πολιορκουμένους. Τελικά έφυγαν όλοι μαζί για τα Χανιά. Τα γυναικόπαιδα έφυγαν με τα πλοία τα οποία ήλθαν στην Παλαιόχωρα, οι δε άνδρες δια ξηράς με τον Τουρκικό στρατό.

Οι επαναστάτες τους καταδίωξαν στην διαδρομή τους και έδωσαν με αυτούς μάχες μέχρι που έφτασαν στα Χανιά .

 Στο διάστημα που ακολούθησε μέχρι το τέλος της επανάστασης του 1866-1869, ο Κριάρης  έλαβε μέρος ως αρχηγός σε δεκάδες από μάχες,  δείχνοντας πάντα μεγάλη γενναιότητα και ανδρεία. Λέγεται ότι σε πολλές περιπτώσεις με τους  άνδρες του μαχόταν το πρωί στο Σέλινο και το απόγευμα στη Κίσσαμο ή την Κυδωνία, ή όπου η ανάγκη του πολέμου τον καλούσε.

Διευκρινίζεται εδώ ότι στην επανάσταση αυτή ο αρχηγός Γεώργιος Κορκίδης είχε οριστεί για το ανατολικό Σέλινο και ο αρχηγός Κωνστ. Κριάρης για το δυτικό Σέλινο.

 Λόγω του πλήθους των μαχών, θα αναφερθώ σε μερικές μόνο από τις περιοχές του νομού Χανίων στις οποίες έγιναν μάχες και συμμετείχε:

 Το Σεπτέμβριο το 1866 έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις στο Σέλινο και στην  Κυδωνία εναντίον των Τούρκων. Το ίδιο συνέβη και κατά τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του ίδιου χρόνου, στις μάχες στον Αποκόρωνα και την Κίσαμο.

Μετά το τέλος των επιχειρήσεων στον Αποκόρωνα ο Κων/νος Κριάρης επέστρεψε με τους επαναστάτες του στο Σέλινο. Στην επαρχία αυτή είχε σταλεί ισχυρή τουρκική δύναμη για την κατάπνιξη της επανάστασης κατά τον Δεκέμβριο του 1866. Η τουρκική αυτή δύναμη είχε περάσει προηγούμενα από τους Λάκκους και τα Μεσκλά.

 Το Ιανουάριο του 1867 τον βρίσκουμε στο Σέλινο και στα Σφακιά.

Τον Μάρτιο του 1867 ο Κριάρης πολεμά τους Τούρκους με τους  συμπολεμιστές του στην Κίσαμο και Κυδωνία.

Τον Απρίλιο του 1867 πολεμά στον Αποκόρωνα και τα Σφακιά.

Στη συνέχεια πολεμά σε μεγάλες επιχειρήσεις στην Κίσσαμο και Κυδωνία. Τον Ιούλιο 1867 τρέχει ξανά στα Σφακιά, όπου έχουν εκστρατεύσει με ισχυρές δυνάμεις οι Τούρκοι.  Στα Σφακιά ο Κριάρης πολέμησε μέσα σε σκληρές ταλαιπωρίες και κινδύνους.

Ακολούθως έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις στην Κίσαμο και την Κυδωνία και ακολούθως τον Αύγουστο του 1867 στο Σέλινο όπου για πολλούς μήνες γινόντουσαν μάχες σε διάφορα σημεία της επαρχίας.

Τον Απρίλιο 1868 πολεμά στην Κίσαμο και Σέλινο, και τον Μάϊο-Ιούνιο-Ιούλιο του 1868 στο Σέλινο. Τον Αύγουστο του 1868 και μετά,  στα Σφακιά , την Κυδωνία και το Σέλινο.

 

Κατά την εποχή του 1868, μερικοί  από τους αρχηγούς και οπλαρχηγούς βλέποντες το μάταιο του αγώνος με ψήφισμα ζήτησαν την ηγεμονία της Κρήτης. Όμως άλλοι αρχηγοί, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Κριάρης αντιτάχθηκαν στο ψήφισμα αυτό  και το αποκήρυξαν.

Αντιτάχθηκαν στο ψήφισμα γιατί δεν ήθελαν την εύκολη λύση αλλά την ριζική. Όχι αυτονομία με πρόσκαιρα η έστω μόνιμα προνόμια και διαιώνιση της ξένης επιρροής, αλλά διαιώνιση του αγώνα και των θυσιών, ώσπου η ΕΝΩΣΗ να γίνει πραγματικότητα.

 Τα τέλη του 1868 η επανάσταση είχε σβήσει ουσιαστικά. Όμως το Κρητικό ζήτημα είχε γίνει διεθνές πρόβλημα. Σε αυτό το θέμα η επανάσταση είχε πετύχει. Οι αρχηγοί και μαχητές επωφελούμενοι από την αμνηστία που είχε χορηγηθεί, αποφάσισαν όλοι να παραδοθούν στον πλησιέστερο σταθμό της επαρχίας τους. Θα σταματούσε ένας μάταιος αγώνας. Ηταν όλοι τους εξαντλημένοι και απελπισμένοι.

 Όπως αναφέρει (6) ο ιστορικός Παν. Κριάρης, στις 2 Ιανουαρίου μερικοί αρχηγοί παραδόθηκαν στην Μπουρμπαδοκεφάλα , στον τούρκικο στρατό που φρουρούσε εκεί. Αλλοι  αρχηγοί στον πύργο στις Καβαλλαραίς και άλλοι σε άλλα μέρη.

Ο Κριάρης κάλεσε τους οπλαρχηγούς και τους οπλίτες του και  τους είπε:

«Παιδιά μου! Η επανάστασις ετελείωσε,  πηγαίνετε τώρα να προσκυνήσετε και να ησυχάσετε! Ετσά το θέλει ο Θεός και οι Δυνάμεις. Εμάς δεν μας ακούει μπλιό να κάμωμεν πράμμα.  Μα εγώ θα φύγω , δεν προσκυνώ.»

Όλοι με δάκρυα τον αποχαιρέτησαν. Ο Κων/νος Κριάρης δεν κράτησε μαζί του παρά μονάχα οκτώ άνδρες του, τους εξής: Το γιό του Γεώργιο Κριάρη, τον Γιώργιο Λιατάκη, σημαιοφόρο του σώματος του, τον Πωλιό Πωλιουδόβαρδαν, ανεψιόν του, τον Αντωνοβαρδάκη, τον Νικ. Χαλακατεβάκη, τον Ιωάννη Καλογεράκη, τον Παν. Πυροβολάκη, και τον Νικ. Βουράκη οπλαρχηγό του.

Στου Μουρτάρη το σπήλιο, ανάμεσα στη Σκλαβοπούλα και την Χρυσοσκαλίτισσα, πληγώθηκε  προδομένος  ο αρχηγός,  και έπεσε τελικά  στα χέρια του εχθρού, στις 29 του Γενάρη του 1869.

Την ημέρα αυτή κανένας επαναστάτης δεν περιφερόταν πλέον στην Κρήτη.

Στην πεισματώδη συμπλοκή που έγινε όταν συνελήφθη,  έπεσαν  νεκροί οι γενναίοι συμπολεμιστές του Κριάρη Λιατάκης και  Αντωνομιχάλης, ο δε Αρχηγός ετραυματίστηκε σοβαρά στη μέση.

 Ο Κριάρης με ισχυρή στρατιωτική συνοδεία οδηγήθηκε στα Χανιά. Ο Γενικός Διοικητής Κρήτης Χουσείν Πασάς όταν τον ρώτησε γιατί δεν προσκύνησε απάντησε «Ηθελα να φύγω, δεν ήθελα να προσκυνήσω». Και στην συνέχεια όταν ρωτήθηκε πάλι από τον πασά «Ενας Σουλτάνο μωρέ Κριάρη ήθελες να πολεμήσεις;» απάντησε: «Τιμή μου το χα να πολεμώ μ΄ ένα Σουλτάνο!»

 Αιχμάλωτος πια και τραυματίας, ο Κων/νος Κριάρης μεταφέρθηκε και φυλακίσθηκε για 2 μήνες και ακολούθως δι' ενεργειών των προξένων των Μεγάλων Δυνάμεων αποφυλακίσθηκε και αναχώρησε για την Αθήνα. Εις τις φυλακές υπεβλήθηκε σε μακρά θεραπεία από το Γάλλο φιλέλληνα γιατρό Βωμ και έτσι θεραπεύθηκε τελείως.

 Κατά την Επανάσταση του 1877-1878, πολύ μεγάλος σε ηλικία  πια, ο Κων/νος Κριάρης, έτρεξε ξανά στη φωνή της πατρίδας του, της Κρήτης,  και έγινε ο φόβος και ο τρόμος των Οθωμανών στις επαρχίες, οι οποίοι έτρεξαν για να διασωθούν στα Χανιά. Συμμετέχει στις μάχες που έγιναν τότε. Αναγνωρίζεται Γενικός Αρχηγός Σελίνου.

 Μετά το τέλος της επανάστασης αυτής του 1877-1878 ο Κων/νος Κριάρης πήγε στην Αθήνα, και εκεί έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Ολοι τον αγαπούσαν και τον τιμούσαν, ιδιαίτερα οι Κρητικοί για τους αγώνες που έκανε για την απελευθέρωση της  Κρήτης.

Ο Κων/νος Κριάρης πέθανε στην Αθήνα το 1884 σε ηλικία 87 ετών. Στον ήρωα αυτό των Κρητικών Επαναστάσεων η κηδεία του έγινε δημοσία δαπάνη και του αποδόθηκαν τιμές υποστρατήγου εν ενεργεία από την τότε ελληνική κυβέρνηση.

Κυρίες και κύριοι,
Η ζωή του Κωνσταντίνου Κριάρη είναι γεμάτη μαθήματα. Μας δείχνει ότι η ελευθερία δεν χαρίζεται. Κερδίζεται με θυσίες, με αίμα, με πίστη. Είναι η απόδειξη ότι ακόμα κι ένας άνθρωπος, αν είναι αφοσιωμένος στο ιδανικό του, μπορεί να εμπνεύσει έναν ολόκληρο λαό.

Σήμερα, όταν μιλάμε για ελευθερία, ίσως τη θεωρούμε αυτονόητη. Μα για τον Κριάρη και τους συντρόφους του ήταν ένα όνειρο που έπρεπε να κατακτηθεί με αγώνα καθημερινό.

Ας θυμόμαστε λοιπόν αυτόν τον μεγάλο ήρωα της Κρήτης.
Ας εμπνεόμαστε από το θάρρος του και ας κρατούμε ζωντανή τη μνήμη του.

Τελειώνοντας θα αναφέρω τους στοίχους του παρακάτω ριζίτικου:

Οποιος στο Νάδη κατεβή να μην το λησμονήση

να πάη να βρή τσι Αρχηγούς Κριγιάρη και Κορκίδη

Σκαλίδ’ απού την Κίσαμο και το Γρυφαναγνώστη,

το γέρο Πωλιουδόβαρδα, το γέρο και το νέο,

να των -ε πή τα νέικα πούχαν’ επιθυμία,

πως ελευθερωθήκαμε απού την τυραννία

κι’ ο Τούρκος δε δικάζει μπλιό!

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Βλέπε Αναστασίας Παπαδία-Λάλα «ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ ΤΑΡΑΧΕΣ ΚΑΙ ΕΞΕΓΕΡΣΕΙΣ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗ ΚΡΗΤΗ (1509-1528). Η «ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΓΑΔΑΝΟΛΕΟΥ-ΛΥΣΣΟΓΙΩΡΓΗ», σελίδες 105-106

2 Βλέπε Παν. Κριάρη, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ (ΝΕΑ) (έκδοση 1930). Στις προσθήκες και επεξηγήσεις του τόμου Α, στην σελίδα 69 γίνεται προσθήκη στην σελίδα 322 του Α τόμου. Επίσης στην ίδια ιστορία γίνεται αναφορά στον τόμο Β, έκδοση 1931, σελίδα 161.

Αναφορά στο θέμα αυτό γίνεται και σε κείμενα των αρχηγών επί τουρκοκρατίας Κωστ. Μπασιά και Γεωργ. Γεωργιακάκη

3 Στην σελίδα 160 του Γ τόμου της ιστορίας του Κριάρη.

4 Στην σελίδα 1062, έκδοση 1950 της ιστορίας του Μουρέλλου.

5 Βλέπε ιστορία Κριάρη σελίδες 172-173, τόμος Γ

6 Στην σελίδα 733 Γ τόμου