Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2018

Αλλες αναφορές για τους νεκρούς της Αλβανίας


Παρουσιάζονται στοιχεία για τους νεκρούς, από αυτά που μας εδόθησαν.
Εγιναν και άλλες αναφορές για αυτούς στην εκδήλωση, που  δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Σελινιώτικα Νέα.
Πάντως όποιος έχει πρόσθετα στοιχεία είτε για τους παρακάτω αναφερομένους, είτε για άλλους, μπορεί να μας τα στείλει ώστε να ενημερώσουμε το παρόν .





ΑΝΤΩΝΟΒΑΡΔΑΚΗΣ ΑΡΤΕΜΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
ΔΕΚΑΝΕΑΣ

Γεννήθηκε στον Αζωγυρέ Παλαιοχώρας,γονείς του ήταν ο Αντωνοβαρδάκης  Γεώργιος του Ιωάννου και η Βλοντάκη Τρυανταφυλλιά του Αρτεμίου απο του Καλαμιού Σελίνου. Σκοτώθηκε στην Μάχη της Τρεμπεσίνας . Ο θάνατος του περιγράφεται στο βιβλίο των Μπλαζάκη-Τζομπανάκη «35 Χρόνια Αντίσταση»  στην σελίδα 24 που έζησαν την φρικιαστική στιγμή ως εξής: Εγώ σαν επικεφαλής  του πολυβόλου κρατούσα 2 κιβώτια πυρομαχηκά,600 σφαίρες και το όπλο μου. Όλοι  οι άνδρες του στοιχείου μου σκοτώθηκαν είτε τραυματίστηκαν  και έμειναν μονάχα ο σκοπευτής Σηφοπολάκης Μανούσος απο τα Ασκύφου Σφακίων και ανέλαβε γεμιστής ,ο δεκανέας  Αντωνοβαρδάκης Αρτέμιος από την Παλαιόχωρα Σελίνου γιατί είχε κολήσει το πολυβόλο του, απο τα 12 είχαν μείνει τα 5 ελείψη ορυκτελαίου.Την ώρα που τοποθετούσαν τον πολυβόλο ήμουν ξαπλωμένος 2 μέτρα δίπλα  τους  περιμένοντας να στελειώσουν το πολυβόλο ,να τους δώσω τα πυρομαχηκά.Τη στιγμή αυτή άκουσα ενα οξύ σφύριγμα μιας οβίδας που νόμιζα οτι έπεφτε πάνω μου. Με δόνισε τόσο πολύ που με άφησε αναίσθητο για λίγη ώρα. Όταν  συνήλθα ήμουν σκεπασένος με τα χιόνια,τινάχτηκα είδα ότι ήμουν χτυπημένος στο πλάι στο αριστερό  γόνατο αλλά μπορούσα να περπατήσω. Κοιτάζω να δώ τι έγινε το πολυβόλο και βλέπω ένα  φρικιαστικό θέαμα.Βλέπω το πολυβόλο παραμορφωμένο  ριγμένο δίπλα του, το γεμιστής  Αντωνοβαρδάκη 10 μέτρα πέρα ολόμαυρο,γινομένο κιμά, ζυμωμένο με τα ρούχα του,βλέπω τον σκοπευτή 2 μέτρα πέρα από το πολυβόλο και ζούσε ακόμα μόλις με είδε μου ζήτησε βοήθεια,τον έπιασα από τις μασχάλες,τον έσυρα πιο πέρα και πέθανε στα χέρια μου.
Ο αδερφός του παππού του,Αντωνοβαρδάκης Μιχάλης(Αντωνομιχάλης ή Μιχάλακας)σκοτώθηκε απο τους Τούρκους στου Μουχτάρη το Σπηλιάρη, στην Σκλαβοπύλα οταν ο Κριάρης με καμιά δεκαριά παλληκάρια του πήγαιναν να διαφύγουν στην άλλη Ελλάδα ,μετά την αποτυχία της επανάστασης το 1866 εκεί σκοτώθηκε ο γιός του Κριάρη,Γιώργης και ο Λιατογιώργης, ο ίδιος ο Κριάρης  Τραυματήστηκε και συνελήφθει από τους Τούρκους  στο Μουστάκο.

Αναφέρθηκαν τα παραπάνω από την Ευγενία Αντωνοβαρδάκη


 ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗΣ  ΠΕΤΡΟΣ  ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ

Γεννήθηκε στο Σφακό Κακοδικίου Σελίνου το 1909.Ήταν ο μεγαλύτερος από τα 6 παιδιά της οικογένειας.
Υπηρέτησε την Στρατιωτική του θητεία στο 14 Σύνταγμα Πεζικού.
Επιστρατεύτηκε στις 28-10-1940 στο 14 Σ.Π.
Κατά την επίθεση στην Τρεμπεσίνα στις 30-1-1941 τραυματίστηκε βαριά.
Μεταφέρθηκε από τους Ανέστη Χατζάκη και Μιχαήλ Ν.Αποστολάκη στο προσωρινό Χειρουργείο και μετά από λίγο απεβίωσε.
Σύμφωνα με την μαρτυρία του Ι.Ζαχαριουδάκη προέτρεπαν τους συμπολεμιστές τους με τον επίσης πεσόντα Μιχαήλ Θεοδώρου Αποστολάκη με την κραυγή «απάνω Κρητικοί» βάλοντας ακάλυπτοι κατά του εχθρού.

Ήταν έγγαμος με τρία(3)ανήλικα παιδιά ηλικίας το 1941, οκτώ,έξι και τριών ετών.

Αναφέρθηκαν τα παραπάνω από τον Αντώνη Αποστολάκη

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΒΛΟΝΤΑΚΗΣ

Στέφανος Βλοντάκης του Μιχαήλ και της Αννας επάγγελμα γεωργός, γεννηθείς την 19/09/1916  στο Καλάμι του πρ. Δήμου Πελεκάνου (σήμερα Καντάνου - Σελίνου). Επεσε ως Ιππέας (3ο Συνταγμα Ιππικού) ετών 21 στο Μάζι του Δήμου Κόνιτσας Περιφέρειας Ιωαννίνων (Αλβανικο μέτωπο)την 18/11/1940.
Κατατάχτηκε ως εθελοντής και διακρίθηκε για τα φιλοπατριωτικά του αισθήματα.
Τραυματίστηκε τις πρώτες μέρες της μάχης και παρόλο που του δόθηκε τιμητική άδεια για να γυρίσει στο τόπο του, ΔΕΝ  τη δέχτηκε, επέστρεψε στο πεδίο της μάχης,  όπου και έπεσε ηρωικά μαχόμενος.
Τιμήθηκε με το μετάλλιο ανδρείας.

Αναφέρθηκαν τα παραπάνω από τον Χρήστο Βλοντάκη]

ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ
ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑΡΧΗΣ (Π2)  –  (1888-1941)

Ø Γεννήθηκε στη Μάζα Σελίνου το έτος 1888. Ήταν το πρώτο από τα εννιά (9) παιδιά της οικογένειας, έξι (6) αγόρια και τρία (3) κορίτσια.
Ø Η μόρφωση του ήταν υψηλού επιπέδου όχι μόνο για εκείνη την εποχή αλλά ακόμα και για σήμερα.  Δημοδικάσκαλος και τελειόφοιτος της Νομικής Σχολής Αθηνών.
Ø Υπήρξε από τα πρώτα μέλη του «Φιλοπρόοδου Συλλόγου Ελύρου» του δεύτερου αρχαιότερου Συλλόγου στην Κρήτη με έτος ίδρυσης το (1906) και έδρα το Ροδοβάνι.
Ø Επί Κρητικής Πολιτείας θα υπηρετήσει ως Δημοδιδάσκαλος για (4) χρόνια στα Δημοτικά Σχολεία Παλαιόχωρας και Ροδοβανίου.
Ø Το έτος (1912) θα ενταχθεί ως εθελοντής στο Επίλεκτο Αντάρτικο Σώμα του Αρχηγού Αριστείδη Κριάρη, παίρνοντας μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους.
Ø Τέλος του (1913) κατετάγη εθελοντικά στο 1ο Σύνταγμα Πεζικού.
Ø Παίρνει μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ø Την 24-8-1916 κατετάγη στο στρατό του κινήματος της Εθνικής Αμύνης.
Ø Την 25-10-1916 ονομάσθηκε «Έφεδρος Ανθυπολοχαγός».
Ø Την 10-5-1918 κατετάγη στο ενεργό στρατό με το βαθμό του Υπολοχαγού και ορκίστηκε την 28-5-1918.
Ø Παίρνει μέρος στην Μικρασιατική εκστρατεία (1919 – 1922) ως Διοικητής Λόχου. Στη μάχη Ούτς Σεράι το έτος (1921) τραυματίζεται.
Ø Το έτος (1923) προάγεται σε Λοχαγό και το έτος (1930) σε Ταγματάρχη.
Ø Κατά την διάρκεια του μεσοπολέμου θα υπηρετήσει σε διάφορες μονάδες πεζικού στην Ελλάδα. Ανάμεσα σε αυτές ήταν η 5η Μεραρχία Κρητών στα Χανιά στην Στρατιωτική Ιατρική τα έτη (1926 – 1927) ως εκπαιδευτής που τότε ήταν στην Αθήνα, σε μονάδα που είχε αναλάβει τα οχυρωματικά έργα στα σύνορα, πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ø Την 30-7-1940, προάγεται σε Αντισυνταγματάρχη.
Ø Η έναρξη του Ελληνο – Ιταλικού Πολέμου (1940 – 1941), θα τον βρει στο 30ο Σύνταγμα Πεζικού. Παίρνει μέρος με την μονάδα του σε όλες τις νικηφόρες επιχειρήσεις του Ελληνικού Στρατού εναντίον των Ιταλών.
Ø Κατά την σύμπτυξη του Ελληνικού Στρατού στην Αλβανία, σε μία συμπλοκή με τους Γερμανούς, τραυματίζεται και μεταφέρεται στο 1ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, όπου την 18-4-1941 θα αφήσει την τελευταία του πνοή.
Ø Ήταν ένας γενναίος, ηθικός και έντιμος αξιωματικός. Όσοι είχαν  την τύχη να τον γνωρίσουν είτε ως πολίτη, είτε ως αξιωματικό, μιλούσαν για την ακεραιότητα και ευθύτητα του χαρακτήρα του, όπως επίσης και για τις Στρατιωτικές του ικανότητες. Η συνολική του διαδρομή δείχνει τι θα πει πραγματική προσφορά προς την πατρίδα.
Ø Με απόφαση την ΥΕΘΑ (5 Ιουνίου 1942), «προήχθη επ’ ανδραγαθία εις τον βαθμόν του Συνταγματάρχη, διότι τραυματισθείς εις Αλβανικόν μέτωπον, υπέκυψε συνεπεία των τραυμάτων του».
Ø Την 25 – Μαΐου 1993 με την Φ. 911.24/3/593817/Σ.69 Διαταγή του ΓΕΣ/1ο Ε.Γ., ΤΟ Στρατόπεδο στο Λαγό Διδυμοτείχου όπου στρατωνίζεται  και το 30ο Σύνταγμα Πεζικού (κατόπιν 30η Μ/Κ ΤΑΞΙΑΡΧΙΑ), ονομάστηκε σε «Στρατόπεδο Συνταγματάρχου (Π.Ζ.) Θεοδωράκη Ιωάννη».
Ø Είχε τιμηθεί με τα παρακάτω παράσημα και Στρατιωτικά μετάλλια:
1)    Αργυρός Σταυρός του Τάγματος του Φοίνικος.
2)    Χρυσό Αριστείο Ανδρείας. Του απενεμήθη  τρεις (3) φορές.
3)    Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας Α΄ Τάξης.
4)    Μετάλλιο Ελληνοτουρκικού Πολέμου.
5)    Μετάλλιο Ελληνοβουλγαρικού Πολέμου.
6)    Μετάλλιο Βορειοηπειρωτικού αγώνα (1914)
7)    Διασυμμαχικό μετάλλιο «Νίκης»
Ø    Ήταν παντρεμένος δεν είχε παιδιά.

Αναφέρθηκαν τα παραπάνω από τον Γιάννη Θεοδωράκη

ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΝΙΚ. ΜΠΑΣΙΑΣ , ΕΦΕΔΡΟΣ ΛΟΧΑΓΟΣ

 Γεννήθηκε στο χωριό Μονή της επαρχίας Σελίνου το 1906.
Ηταν εγγονός του Κωστ. Μπασιά, Γεν. Αρχηγού Σελίνου επί τουρκοκρατίας και αδελφός του Κωνσταντίνου Μπασιά, που ήταν επί Γερμ. κατοχής αρχηγός ανταρτικού σώματος.
Ηταν καθηγητής μαθηματικών και όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος δίδασκε στο Γυμνάσιο της Χώρας Σφακίων. Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο κατατάχτηκε στο 34 Σύνταγμα Πεζικού με τον βαθμό του υπολοχαγού. Σκοτώθηκε στις 28-2-1941 στην μάχη της Πεστάνης, στο Αλβανικό έδαφος.
Στον φάκελο του, που υπάρχει στην Διεύθυνση Ιστορίας του Γενικού Επιτελείου Στρατού (Δ.Ι.Σ.), αναγράφεται ότι: 
«Ελαβεν μέρος εις πλείστας μάχας προπορευόμενος πάντοτε, δίνοντας ούτω το παράδειγμα και το θάρρος εις τους στρατιώτας του. Η αυτοθυσία και το θάρρος του υπήρξεν απαράμιλλος, γεγονός όπερ και κατά την μάχην Πέστανη ήτις υπήρξεν σφοδροτάτη. Επεσεν από θεριστικήν βολήν οπλοπολυβόλου κατά την 28 Φεβρουαρίου 1941, η δε πρωτοβουλία και επιτηδιότης του ανεκτίμητος.»
Ο Αντώνιος Μπασιάς για την ηρωική δράση του τιμήθηκε από το Ελληνικό κράτος με δύο Χρυσά Αριστεία Ανδρείας, Πολεμικό Σταυρό και τον επόμενο βαθμό του Λοχαγού «ως φονευθείς στην μάχη».

Από την εφημερίδα ΕΡΕΥΝΑ της 24-4-1941 ελήφθη το παρακάτω κείμενο για τον καθηγητή Αντώνιο Μπασιά. Το κείμενο αυτό το έγραψε ένας μαθητής του στο Γυμνάσιο της  Χώρας Σφακίων, ο  Γεώργιος Καμπουράκης, που καταγόταν από το νησί της Γαύδου. Ηταν αδελφός της μητέρας του πρώην δημάρχου Γαύδου κ. Λαμπάκη και του ιερέα της Παλαιόχωρας κ. Λαμπάκη. Αυτό που είναι συγκινητικό είναι ότι και ο μαθητής που έγραψε το κείμενο μετά από λίγα μόνο χρόνια σκοτώθηκε μαχόμενος στον  πόλεμο που ακολούθησε. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Γεώργιος Καμπουράκης ήταν ένας άνθρωπος που ασχολείτο πολύ με το γράψιμο ποιημάτων και άλλων λογοτεχνικών κειμένων, γενικά ήταν λόγιος,  αλλά όμως πολύ νέος έχασε την ζωή του πολεμώντας.
Από την εφημερίδα ΕΡΕΥΝΑ της 24-4-1941 ελήφθη το παρακάτω κείμενο για τον καθηγητή Αντώνιο Μπασιά. Το κείμενο αυτό το έγραψε ένας μαθητής του στο Γυμνάσιο της  Χώρας Σφακίων, ο  Γεώργιος Καμπουράκης, που καταγόταν από το νησί της Γαύδου. Ηταν αδελφός της μητέρας του πρώην δημάρχου Γαύδου κ. Λαμπάκη και του ιερέα της Παλαιόχωρας κ. Λαμπάκη. Αυτό που είναι συγκινητικό είναι ότι και ο μαθητής που έγραψε το κείμενο μετά από λίγα μόνο χρόνια σκοτώθηκε μαχόμενος στον  πόλεμο που ακολούθησε. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Γεώργιος Καμπουράκης ήταν ένας άνθρωπος που ασχολείτο πολύ με το γράψιμο ποιημάτων και άλλων λογοτεχνικών κειμένων, γενικά ήταν λόγιος,  αλλά όμως πολύ νέος έχασε την ζωή του πολεμώντας.
 ΑΘΑΝΑΤΟΙ ΝΕΚΡΟΙ

 ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΜΠΑΣΙΑΣ
ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟΣ
 Εκεί  πάνω στας διηνεκώς χιονισμένας κλιτείς των Αλβανικών ορέων, μεταξύ των άλλων αθανάτων ηρώων μας, εύρε τον ηρωικόν και έντιμον θάνατον και το επίλεκτον τέκνον της Λεβεντογέννας Κρήτης, ο Αντώνιος Μπασιάς.
Ο διακεκριμμένος αυτός Επιστήμων που μέχρι της χθές παρέδιδε Γυμνασιακά μαθήματα  εις τους μαθητάς του, ετελεύτησε τον βίον του μαχόμενος  διά την Τιμήν, την Ελευθερίαν και την ανεξαρτησίαν της Πατρίδος του.
Αμα τη προσκλήσει της κινδυνευούσης Πατρίδος, το δυνατό του χέρι, που από τα παιδικά του χρόνια κρατούσε την γραφίδα, δεν εδίστασεν ουδόλως να αρπάση το όπλον και προθύμως να προστρέξη ίνα την υπερασπίση όλαις δυνάμεσι.
Και, ώ της κακής τύχης, σε μία μάχην, καθ’ ήν ώραν ηγωνίζετο και έδιδε διαταγάς και οδηγίας εις τα ατρόμητα παλληκάρια του, άσπλαχνο βόλι τον βρήκε στο στήθος και το ρωμαλέο του σώμα ξαπλώθηκε χάμο νεκρό.
Ο υφ’ απάντων που τον εγνώρισαν αγαπητός, το καμάρι των οικείων και συγγενών του, το επίλεκτον αυτό της Κοινωνίας μέλος, ο Αντώνιος, δεν υπάρχει πλέον. Εύρε ως αναπαυτικώτατον μνήμα τας πτυχάς της κυανολεύκου σημαίας του και ως στέφανον τα αγριολούλουδα που θα φυτρώσουν και θα αναπτυχθούν με το πότισμα του αίματος του. Εχυσε και αυτός το ηρωικόν αίμα του για να βάλη και να ποτίση μια γωνιά Ελληνικής  πλέον Αλβανικής γής, εξ ής θα φυτρώσουν τα λουλούδια της Ελευθεριάς, της Υπερηφάνειας και της ανδρείας. Εχυσε και αυτός το αίμα του για να βάψη μιάν άκρη της αιματοβαμμένης Ελληνικής σημαίας. Τέλος, έχυσε και αυτός το αίμα του, όπερ αναμιγνυόμενον μετά των άλλων αθανάτων νεκρών, θα χρησιμεύση ως αναλλοίωτος μελάνη, δι’ ής θα γραφούν και πάλιν νέαι δέλτοι, νέοι θρίαμβοι και άφθαστα κατορθώματα εις την ιδιάζουσαν Ελληνικήν Ιστορίαν.
Ω αγαπητέ Αντώνιε! Είμεθα καταλυπημένοι για τον απροσδόκητον θάνατον σου, αλλ’ όμως και υπερήφανοι. Υπερήφανοι διότι έπεσες στο πεδίον της Τιμής, εις τον Ιερόν της Πίστεως και της Πατρίδος βωμόν, αγωνιζόμενος για την ζωήν, την ιδιοκτησίαν, την λατρείαν και την τιμήν μας. Υπερήφανοι γιατί έπεσες αγωνιζόμενος, υπερασπίζων τας Εκκλησίας, τους τάφους και τα πάτρια εδάφη των προγόνων μας, την βαρείαν αυτήν κληρονομιάν που πάς Ελλην προσπαθεί σήμερον να την διατηρήση άθικτον και αμόλυντον. Τέλος, είμεθα υπερήφανοι και παρηγορούμεθα γιατί δεν απέθανες. Τέτοιοι νεκροί δεν αποθνήσκουν. Ζούν. Ζούν αθανάτως! Ζούν αιωνίως! Ζούν υπερηφάνως και ανδρείως! Ζούν τιμώντες αιωνίως την Πατρίδα.
Αφθαστον ηρωικόν παλληκάρι μας!  Ως ελάχιστον φόρον τιμής και ευγνωμοσύνης, κλίνομεν ευλαβικά το γόνυ προ του παναγίου  νοερού τάφου σου και με καρδιά γεμάτη από Πίστη, υπερηφάνεια και ευγνωμοσύνη με υψωμένας τας χείρας ζητούμε παρά τω Υψίστω την «αιωνίαν ανάπαυσιν της αθώας και αγίας ψυχής Σου».
 Νήσος Γαύδος
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΜΠΟΥΡΑΚΗΣ

Δημοσίευμα για τον Αντώνιο Μπασιά, έκανε και άλλος μαθητής του από το Γυμνάσιο της Χώρας Σφακίων, ο δάσκαλος Γεώργιος Μανουσέλης. Το δημοσίευμα έγινε στα Χανιώτικα Νέα στις 20-10-2007 και στα Σελινιώτικα νέα στις 3-4-2008.

Αναφέρθηκαν τα παραπάνω από την Ιωάννα Χαλκιαδάκη

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΣΤΑΜ. ΜΠΑΣΙΑΣ

Ο Εμμανουήλ Σταματίου Μπασιάς γεννήθηκε στο Επανωχώρι Σελίνου. Οταν κηρύχθηκε ο πόλεμος δεν κλήθηκε για να καταταγεί διότι είχε προβλήματα υγείας .  Όμως  δεν ήθελε να είναι απών από τον αγώνα αυτό της πατρίδας του. Γι αυτό δήλωσε εθελοντής,  στρατεύτηκε και έχασε την ζωή του σε μάχη με τους Ιταλούς, στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας.
Ο αδελφός του Βασίλης, που πολέμησε επίσης στην Αλβανία και τραυματίστηκε σοβαρά, έλαβε  πολεμικό σταυρό για την δράση του.

Αναφέρθηκαν τα παραπάνω από την Ιωάννα Χαλκιαδάκη

ΜΠΟΤΟΝΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ

 Για Μποτωνάκη Αντώνη από Κάντανο, πληροφορίες από την εγγονή του Αντωνία Μποτονάκη, συγγραφέα.
        Λένε πως ήτανε τέτοιος χορευτής που όταν επήγαινε σε γάμο εγύριζε ξυπόλητος. Επίσης ο  κ. Αρχοντάκης που διατηρεί μπακάλικο  στην Κάντανο μου έχει διηγηθεί…’’Εδώ απ’ όξω εστάθηκε το φορτηγό κι ένας ένας ήρχουντανε κι εμπαίνανε στην καρότσα. Σκεφτικοί, φοβισμένοι, κλάυμενοι λογιώ λογιώ. Μα ο παππούς σου μωρέ ετραγούδιε ένα ριζίτικο μέχρι κι εγροικούντανε ώστε να που έφταξε το φορτηγό εκιά απού ναι το ελαιουργείο.
- Και ποιό ριζίτικο έλεγε, θυμάσαι;
- Θυμούμαι. ‘’Μάνα πολλά μαλώνεις με κι εγώ μισέψω θέλει…’'

Ο Αντώνης Γεωργίου Μποτωνάκης ξεψύχησε στο Β πεδινό νοσοκομείο λόγω σηψαιμίας η οποία προήλθε από βαριά τραυματα, κρυοπαγήματα  και προχωρημένη γάγγραινα  στις 28/2/1941. Αγνωστος ο τόπος ταφής.
         Στην φωτογραφία που παρουσιάστηκε είναι δεύτερη σειρά πρώτος από δεξιά ο Αντώνιος Γεωργίου Μποτονακης.   Αποθανών στις 28η Φεβρουαρίου του 1941 από τραύματα πολέμου. Επέστρεψε μόνο η χλαίνη του. Η  η υποτιθέμενη χλαίνη του.
Άφησε πίσω του την μητέρα του, τη σύζυγό του και το γιο του και πατέρα μου.


Αναφέρθηκαν τα παραπάνω από τον Ευτύχη Κορκίδη

ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓ. ΜΑΛΑΝΔΡΑΚΗΣ, ΔΑΣΚΑΛΟΣ

 Γεννήθηκε στο Αργαστήρι το 1909. Ηταν απόφοιτος του ιεροδιδασκαλείου Αγίας Τριάδος. Διορίστηκε το 1928 στους Ανύδρους και το 1929 στο Δημοτικό σχολείο Σκάφης.
Το 1940 πήρε μετάθεση στα Νεροκούρου όπου όμως δεν υπηρέτησε λόγω στρατεύσεως του.
Στις 16-2-1941 πέθανε στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων εξαιτίας σοβαρού τραυματισμού του κατά την διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Τάφηκε στο στρατιωτικό νεκροταφείο Ιωαννίνων.
Σχετικό είναι το δημοσίευμα του ανεψιού  και μαθητή του, Νικ. Μαλανδράκη, αστυνομικού, στα Σελινιώτικα Νέα στις 18-12-2003.


Από τον Ευτύχιο Κορκίδη στην εκδήλωση αναφέρθηκαν τα παρακάτω:
 ΕΙΚΟΝΕΣ ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΝΤΑΝΟ

Εδώ ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών. Έκτακτο ανακοινωθέν: " Αι Ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλουν από της 5.30 πρωϊνής της σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της Ελληνικής Αλβανικής μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους".
Ξημερώματα της Δευτέρας σημαδιακής μέρας, στις 28 τ’ Οκτώμβρη του 40, η καμπάνα τ’ Άη - Νικόλα στην Κάντανο, δεν σήμανε μια φορά, για τα σχολαρούδια της περιοχής, κατά που κτυπούσε καθημερινά, αλλά κτύπαγε ασταμάτητα και επιτακτικά.
Οι γειτονιές τα ρυάκια και τα γύρω βουνά δέχονταν τους ήχους της, προξενώντας την απορία των κατοίκων της περιοχής.
Είντάνε μωρέ Κωσταντή …..! ! Δεν παίζει νεκρικά ! ! !
Δεν κατέω…..Γιάννη ……Φώναζε ο ένας τ’ αλλού, από το ένα αυλώχι στο άλλο, που καλούργιζαν, για να φρεσκάρουν το χωράφι και να το σπείρουν τον Γενάρη. Δεν πέρασε πολύ ώρα και το βλασταρούδι του Κωσταντή, το Γιωργιό, ξεγλωσσισμένο και λαχανιασμένο, φάνηκε στην άκρα του χωραφιού……
Μπαμπά ! ! Μπαμπά ! ! ! Επιστράτευση! Επιστράτευση ! Μούπε η μαμά, πως την ειδοποίησε ένας Χωροφύλακας. Να πάεις λέει στην Χωροφυλακή, Γιατί είναι λέει ….Είναι Επιστράτευση…! !
Δεν είχε σύρει 10 αυλακιές και ο Κωσταντής, ψυλιασμένος καθώς ήταν, από τσι παλιούς ξεσηκωμούς, χωρίς πολύ σκέψη, ξέζεψε τα βούγια και αναμάζωξε τα συμπράγαλα και τα ζυγάλετρα και κίνησε, για το σπίτι του.
Γιάννη …..Γιάννη Επιστράτευση…. Μούπε το κοπέλι και να βιαστούμε λέει …να παρουσιαστούμε την χωροφυλακή…. Εφώναξε ο Κωσταντής του Γιάννη, που καλούργιζε κοντά του.
Μέχρι να αποφτάξει στο σπίτι του, έμαθε τα καθέκαστα και αφού τακτοποίησε τα ζωντανά, πήγε στο τσαρσί της Καντάνου, να μάθει περισσότερα.
Μπροστά από το τηλεφωνικό κέντρο, της Καντάνου, ήτανε πολλοί χωριανοί του μαζωμένοι. Στο κεντρικό τηλεφωνείο της Επαρχίας, ο τηλεφωνητής, εμπαινόβγανε τα βύσματα του Μεταλλάχτη, την μια να δέχεται τηλεγραφήματα και ειδοποιήσεις και την άλλη να ευθυγραμμίζεται με την Υπ/νση Χωροφυλακής και με τους Σταθμούς Χωρ/κής Σελίνου, προκειμένου να ειδοποιηθούν όλοι οι επίστρατοι και να παρουσιαστούν και να κινήσουν, για το μέτωπο.
Το μικρό μεγαφωνάκι του ραδίου, που είχε απ’ έξω το καφενείο του Πλατάνου συνέχεια, μετέδιδε τα μαντάτα.
Βομβαρδίζουνε οι Ιταλοί.
Μπήκανε στην Ήπειρο…Αλλά άκουγαν και τα διαγγέλματα και τις ανακοινώσεις των αρχόντων της Ελλάδας.
Εδά μα σε θυμήθηκε ο κερατάς ο Μεταξάς….
Θα μας σε γαήρει ο κερατάς, τα όπλα, που μας σε πήρε… Με είντα συχέρια, θα πάμε ’δα να πολεμήσουμε… Λέγανε αναμεταξύ τους.
Η καμπάνα τ’ Άη-Νικόλα δεν σταμάτησε να κτυπά και στην Χωροφυλακή, όσο περνούσε η ώρα, άρχισαν κι’ όλας να συντάσσονται οι πρώτες καταστάσεις των επίστρατων.
Η πρώτη καράκα είχε φτάσει κι’ όλας στην Κάντανο, για να παραλάβει τους επίστρατους. Μέχρι το μεσημέρι, πατούλιες – πατούλιες κατέφθαναν από όλα τα σημεία του ορίζοντα, και καθώς κατηφόριζαν, από τις γύρω στράτες άκουγες τσι φωνές των νε, που θύμιζαν ανθρώπους, που πήγαιναν σε χαροκόπι. Οι περισσότεροι επίστρατοι είχαν μαζί τους και την οικογένειά τους, έτσι για τ’ αποχαιρετίσματα ….Ποιος ήξερε….Σε πόλεμο πήγαιναν, οι δικοί τους..
Σαν έφταναν όμως, οι πατούλιες στην Κάντανο, το βαρύ κλίμα του αποχαιρετισμού, μετατράπηκε σε πατριωτικό ενθουσιασμό. Ναι! Ναι ! Εκείνου του απελευθερωτικού ξεσηκωμού των παλιώ μας, που κατάφεραν να αποδιώξουν τους Τούρκους.
Θα τσι φάμε τσι μακαρονάδες, όπως εφάγαγε και τσι τούρκους!
Καλά να πάει η στραθιά μας !
Θα τσι φάμε τσι κερατάδες !
Το τηλεφωνικό κέντρο συνέχιζε να ειδοποιεί …
Τον ειδοποίησες ! Ναι! Ναι ! Τον ειδοποίησα….Απαντούσε από το Ροδοβάνι ο τηλεφωνητής.
Τώρα και ώρα έφυγε, για την Κάντανο.
Απ’ τ’Ανυσαράκι της Καντάνου, μια μεγάλη αθρωπογειτονιά, οι επίστρατοι, έβαλαν ένα σακούλι στην πλάτη τους και αφού έβαλαν ένα καύκαλο, δυο χούφτες αλατσολιές και ένα κομμάτι λαδοτύρι ζηλοπούπι και το αράϊ, για τα ψιλοπράγματα, κατά που τόχαν συνήθειο από την εποχή των μεγάλων ξεσηκωμών, αποχαιρέτηξαν στον αυλόγυρο του σπιτιού, τους δικούς τους και πήραν την δημοσιά, για να φύγουν.
Παρακάτω, γινόταν άλλος αποχαιρετισμός και παρακάτω άλλος, μέχρι, που σμίξανε οι επίστρατοι στα Μαρνελιανά. Η ΜαρνελοΜανώλενα, ήταν απαρηγόρητη, δυο γιους αποχαιρέτα….. Τον Γιώργη αγκάλιαζε και τον Μαθιό άφηνε.
Καμιά δεκαρέ ήτανε ούλοι κι’ ούλοι. Μα σαν πήρανε το καρτερίμι, για την Κάντανο και περνούσανε από την Αγία Άννα, ταχτήκανε οι περισσότεροι στην Χάρη τζη. Όποιος όμως έβλεπε αυτήν την πατούλια, νόμιζες πως ήταν κουμπάροι και πηγαίνανε σε κουμαριά.
Κι’ η καμπάνα τ΄Άη – Νικόλα, ήταν ασταμάτητη.. Καλούσε….Καλούσε …
Καλά να πάμε και με το καλό να γυρίσουμε.
Καλά μωρέ θα πάμε. Θα τσι φάμε …Τσι κερατάδες.
Σαν έφταξαν στην Κάντανο και είδαν το ανθρωπολόϊ, που είχε πλησιάνει στο μεταξύ, άρχισαν να χαιρετούνε, τους ξαδέλφους τους συγγενείς και τσι συντέκνους, απ’ την άλλη επαρχία.
Καλοστραθιά, νάχουμε ξάδερφε
Σύντεκνε …Θα τσι φάμε....
Σαν πέρασε το μεσημέρι, στην Κάντανο έφταξαν άλλες δυο καράκες και λίγο αργότερα, η Χωροφυλακή έδωσε το σύνθημα να ετοιμαστούν να ξεκινήσουν, για τα Χανιά. Οι σωφέρηδες έβαλαν τσι μανιβέλες και άναψαν τις μηχανές, των αυτοκινήτων.
Η Λεφτερίτσα κρατούσε σφιχτά το χέρι του αρραβωνιαστικού τση, του Μανώλη, μέχρι, που ανέβηκε στην καρέκλα. Κι’ Μανώλης έτσι ανεβασμένος από την καρέκλα, έσκυψε κατασυγκινημένος και αφού έδωσε στο στερνό φιλί , στην καλή του, ανέβηκε με τους άλλους.
Ο θόρυβος των αυτοκινήτων, τα καμπανοκτυπήματα, από τον Άη Νικόλα, τα ράδια, από τα καφενεία, αλλά και τους Χωροφύλακες να βοηθούν, ηλέκτρισαν την ατμόσφαιρα περισσότερο. Τα παιδιά οι μανάδες οι αδελφοί και οι αδελφές, οι πατεράδες οι θείοι οι φίλοι, σήκωσαν τον τόνο της φωνής καθώς τα πατριωτικά επιφωνήματα και οι εναγκαλισμοί, διαδέχονταν το ένα το άλλο. Γέμισε η πρώτη καράκα και ο σωφέρης, έβγαλε την καρέκλα, που είχε βάλει για ν’ ανέβουν στην καρότσα οι επίστρατοι και σήκωσε την πίσω πόρτα. Το ίδιο έγινε και με την δεύτερη καράκα και με την Τρίτη.
Η Παναγιά μαζί σας
Να μου γράφεις
Με το καλό να γεννήσεις το παιδί μας
Να φιλείς την φωτογραφία
Με το καλό να επιστρέψεις
Το εικονισματάκι τση Παναγιάς νάχεις πάντα μαζί σου
Μπαμπά , Μπαμπά Να με σκέφτεσαι
Άκουγες να ξεχωρίζουν μερικές φωνές, από το αθρωπολόϊ.
Το παιδί μας ! Μαρία και τα μάθια σου. Με το καλό να γεννήσεις το παιδί μας
Θα σου γράφω.
Θα τσι νικήσουμε τσι μακαρονάδες
Ούλα θα πάνε καλά
Το φυλαχτό που μούδωσες …Θα με φυλάει.
Σαν κίνησαν σιγά σιγά τα φορτηγά, τόσο, οι αναχωρούντες, όσο και οι αποχαιρετούντες φώναζαν χωρίς να ξεχωρίζει κανείς μέσα από τον πατριωτικό συμφερτό κάτι ξέχωρο άκουσμα. Διέσχισαν τα φορτηγά με σιγή κίνηση τα μαγαζιά και το σοκάκι της Καντάνου, με τους δικούς και αποχαιρετούντας να τους ακολουθούν από πίσω. Ο πατριωτισμός από το 1ο φορτηγό παρακίνησε μια πατούλια να τραγουδίσει.…." Μηνάς μου κόρη κι’ έρχουμε κι’ είντα να βάλω νάρθω...". Τραγούδι τση στράτας και του γάμου.
Δεν άργησε να γενικευφτεί το τραγούδι, μέχρι που το πήραν από το 2ο φορτηγό, που ακολουθούσε, για να το πάρει στην συνέχεια και το 3ο .
Οι πιο ψύχραιμοι, από τους ακολουθούντες, θυμηθήκανε τους παλιούς ξεσηκωμούς και καθώς σιγοπερπατούσαν ακολουθούντες μαζί με το αθρωπολόϊ , φούντωσαν μέσα τους οι παλιές ανάμνησες κι’ άρχισαν κι’ αυτοί να σιγοτραγουδούν, αλλά στην συνέχεια να σηκώσουν τους τόνους του αποχαιρετισμού, κατά πούχαν μάθει στα γλεντοτράπεζα.
" Αμέτε φίλοι στο καλό και στην καλή την ώρα…."
Οι γυναίκες και τα παιδιά, δεν μπορούσαν να κρατήσουν την συγκίνησή τους και με την άκρη του τσεμπεριού τους σκούπιζαν και ξανασκούπιζαν τα δάκρυα, που ασταμάτητα έτρεχαν από τα μάθια τους.
Σαν πέρασαν το σοκάκι τα φορτηγά κι’ έπιασαν τον Κάμπο της Καντάνου, μαζί με την σκόνη, που άφησαν πίσω τους, άφηναν να ακούγεται και το τραγούδι της στράτας, από τους επίστρατους. Χάθηκαν προς στιγμής, στην Ανισαρακιώτικη γέφυρα, για να ξαναφανούν πάλι κάτω από την Κεφάλα. Ακουγόταν πάλι το τραγούδι, αλλά ξέμακρα, αυτή την φορά..
Και το αθρωπολόϊ,….. Δεν σταμάτησε στιγμή να τους αποχαιρετά, μέχρι που χάθηκαν τα φορτηγά, στο Φαράγγι της Καντάνου.
Η καμπάνα δεν ηχούσε πια. Στέγνωσε το δάκρυ, που έτρεχε από τα μάθια τους, όπου για άλλους ήταν δάκρυ πατριωτικού ενθουσιασμού και για άλλους αποχαιρετισμού….. Σιγοπερπατώντας και αμίλητοι γύρισαν στα σπίτια τους.
Πιος νάξερε….σε πόλεμο πήγαιναν, οι δικοί τους !!.
Σ.Σ.: Οι περιγραφόμενες σκηνές έχουν αντληθεί από το μαγνητοφωνημένο αρχείο μου, αλλά και τον επίστρατο πατέρα μου.
Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΜΟΥ ΣΗΜΕΡΑ 28-10-2018 ΠΟΥ ΕΚΦΩΝΗΣΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΑΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ, ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟ- ΑΛΒΑΝΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψετε τις προτάσεις σας για θέματα που αφορούν τον παραπάνω τομέα. Εφόσον κάνετε προτάσεις καλό είναι, χωρίς όμως να είναι αναγκαίο,να γράψετε το όνομα σας και να δώσετε το e-mail σας

Εάν βρίσκετε δυσκολία στην "Υποβολή σχολίου ως" επιλέξετε το τελευταίο "Ανώνυμος/η"; Το όνομα σας στην περίπτωση αυτή, εφόσον θέλετε να το γράψετε, γράψετε το μέσα στο κείμενο του σχολίου.